Αγιολογικά

Ιάκωβος (Τσαλίκης), ο Θεοφόρος, καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυΐδ του εν Ευβοία, Όσιος

Γεννήθηκε την 5η Νοεμβρίου του 1920 στο Λιβίσι της Μάκρης στην Μικρά Ασία, μικρή πόλη της Ιωνίας. Η οικογένεια του ήταν από τις πιο εύπορες περιοχής. Τα θλιβερά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής έπληξαν και την οικογένεια του αγίου. Ο παππούς του και νονός του, ο θείος του καθώς και άλλοι οικείοι του συνελήφθησαν από τους Τούρκους και στη διάρκεια της εξοντωτικής πορείας για τα τάγματα εργασίας στα βάθη της Τουρκίας ξεψύχησαν κοντά στη Νίγδη. Ο πατέρας του, Σταύρος Τσαλίκης, πιάστηκε αιχμάλωτος κι αυτός μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες του Λιβισιού στις αρχές του 1922. Μετά από φοβερές κακουχίες, οδυνηρές οδοιπορίες και αναγκαστικές εργασίες σε ορυχεία, τον μετέφεραν στην Τραπεζούντα και τον έβαλαν να χτίζει νοσοκομείο. Στα τέλη του 1925 η οικογένεια του αγίου μεταφέρθηκε μαζί με άλλους πρόσφυγες στην Βόρεια Εύβοια, στο χωριό Φαράκλα. Σε ηλικία τριάντα ετών ο άγιος απολύθηκε από τον στρατό και αφού αποκατέστησε την αδελφή του, κατ' εντολή της μητέρας του, ακολούθησε τη μοναχική ζωή. Επιθυμούσε αρχικά να πάει στους Αγίους Τόπους κι εκεί να ζήσει στην έρημο ως ασκητής. Θέλησε όμως πρώτα, πριν ξεκινήσει το ταξίδι του, να επισκεφθεί το μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ. Ωστόσο, η εμφάνιση ενώπιον του αγίου, μόλις έφτασε, του οσίου Δαυΐδ που τον υποδέχθηκε και η ουράνια και παραδείσια πολιτεία των ασκητών που είδε μπροστά του σε όραμα, αντί του παλαιού και ερειπωμένου Μοναστηρίου που υπήρχε στην πραγματικότητα, τον έκαναν να υποσχεθεί στον όσιο ότι θα παραμείνει στη Μονή, όπως και έπραξε. Κατά την εποχή εκείνη στο μοναστήρι ζούσαν τρία γεροντάκια ακολουθώντας το ιδιόρρυθμο σύστημα. Ο άγιος χειροτονήθηκε διάκονος τον Δεκέμβριο του 1952 στο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας στη Χαλκίδα και ιερέας την επομένη ημέρα. Από το 1975, με απόφαση του μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσοστόμου ανέλαβε την ηγουμενία της Μονής του Οσίου Δαυΐδ και έκτοτε αποκαλύφθηκαν τα πλούσια χαρίσματα του. Η φήμη της Μονής για τα θαύματα του Οσίου Δαυΐδ και του ηγουμένου της, αγίου Ιακώβου, εξαπλώθηκε και έφερε πλήθος κόσμου κοντά του. Προγνώρισε την κοίμησή του και παρακάλεσε κάποιον αγιορείτη ιεροδιάκονο, ο οποίος εξομολόγούσε την 21η Νοεμβρίου του 1991, να παραμείνει στο Μοναστήρι ως το απόγευμα για να τον ντύσει. Πράγματι το απόγευμα της ίδιας ημέρας παρέδωσε την ψυχή του.